Επινεφριδιακή ανεπάρκεια

interior background(1)

Η επινεφριδιακή ανεπάρκεια ή νόσος Addison οφείλεται κυρίως στην ανεπάρκεια του φλοιού των επινεφριδίων και προσβάλει παιδιά και ενήλικες. Αποτελεί μια ενδοκρινική διαταραχή κατά την οποία τα επινεφρίδια δεν μπορούν να παράγουν επαρκή ποσότητα κορτιζόλης, αλδοστερόνης και ανδρογόνων. Εμφανίζεται σπάνια και τα αίτιά της είναι πολλά και διαφορετικά.

Η επινεφριδιακή ανεπάρκεια διακρίνεται στην πρωτοπαθή και τη δευτεροπαθή:

Η πρωτοπαθής επινεφριδιακή ανεπάρκεια (χαμηλή κορτιζόλη με υψηλή ACTH) στη συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών οφείλεται στην αυτοάνοση καταστροφή του φλοιού των επινεφριδίων, ενώ συνυπάρχει με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως θυρεοειδίτιδα Hashimoto, νόσο Graves, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, πρωτοπαθή υπογοναδισμό, υποπαραθυρεοειδισμό, μεγαλοβλαστική αναιμία, λεύκη, βαρεία μυασθένεια.

Η δευτεροπαθής επινεφριδιακή ανεπάρκεια (χαμηλή κορτιζόλη με χαμηλή ACTH) προκαλείται από βλάβες στο επίπεδο υποθαλάμου – υπόφυσης, όπως είναι τα μακροαδενώματα  και τα κρανιοφαρυγγιώματα.

Τα συμπτώματά της επινεφριδιακής ανεπάρκειας περιλαμβάνουν κόπωση, ναυτία, έμετο, πόνο στην κοιλιά, ανορεξία, απώλεια βάρους, ζάλη, λιποθυμικές τάσεις, απώλεια της libido μόνο στις γυναίκες, κατάθλιψη και διαταραχές μνήμης.

Ο Ενδοκρινολόγος θα λάβει το οικογενειακό και ατομικό ιατρικό ιστορικό και θα συστήσει ορμονολογικό έλεγχο. Η αναζήτηση των αιτίων που την προκαλούν μπορεί να απαιτήσει αρκετές εξειδικευμένες εξετάσεις. Επίσης ο Ενδοκρινολόγος θα χορηγήσει θεραπεία αναπλήρωσης των ορμονών που λείπουν από τον οργανισμό με φάρμακα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται εφόρου ζωής και των οποίων η δόση πρέπει να αυξηθεί σε περιπτώσεις έντονου στρες.